ΣΥΝΔΙΚΑΤΟ ΞΥΛΟΥ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ-ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ

Αντεργατικές ανατροπές…

Οι βασικές «ιδέες» του «Πορίσματος» ΠΙΣΣΑΡΙΔΗ που συντάχθηκε για λογαριασμό του υπουργείου Εργασίας προβλέπουν:

Πρώτον: Οι επικουρικές συντάξεις των νέων ασφαλισμένων δεν θα είναι εγγυημένες, καθώς το ύψος τους θα εξαρτάται από το τζογάρισμα στις αγορές και γενικώς από την «απόδοση» του ρίσκου που αναλαμβάνει ο κάθε ασφαλισμένος ατομικά! Είναι χαρακτηριστικό ότι γίνεται λόγος για «επιλογή» ανάμεσα σε «τρία επενδυτικά πακέτα», «χαμηλού», «μεσαίου» και «υψηλού επενδυτικού κινδύνου»… Στην πρόταση ως εναλλακτικοί πάροχοι διαχείρισης υποδεικνύονται «οι ΑΕΔΑΚ, οι ΕΠΕΥ, τα Πιστωτικά Ιδρύματα και οι Ασφαλιστικές Επιχειρήσεις».

Δεύτερον: Ολοι οι νέοι ασφαλισμένοι που πρωτοασφαλίζονται μετά την 1/1/2021 υπάγονται υποχρεωτικά στο νέο ιδιωτικό ασφαλιστικό σύστημα και καταβάλλουν το 6,5% επί των αποδοχών τους. Με άλλα λόγια, το κράτος διευρύνει την πελατεία των επιχειρηματικών ομίλων που δραστηριοποιούνται στην Ασφάλιση, εντάσσοντας υποχρεωτικά στο νέο σύστημα ομάδες κλάδων και επαγγελμάτων που με το ισχύον σύστημα δεν διαθέτουν επικουρική Ασφάλιση. Τέτοιες μεγάλες κατηγορίες είναι οι ασφαλισμένοι στα πρώην ταμεία του ΟΑΕΕ και του ΟΓΑ.

Τρίτον: Στο πλαίσιο του σημερινού Ενιαίου Ταμείου Επικουρικής Ασφάλισης και Εφάπαξ Παροχών (ΕΤΕΑΕΠ) δημιουργείται ξεχωριστός νέος κλάδος ιδιωτικής επικουρικής Ασφάλισης και το Ταμείο θα είναι υπεύθυνο για την είσπραξη των εισφορών.

Τέταρτον: Παρά τις σκόπιμες ασάφειες για το «κόστος μετάβασης» στο νέο σύστημα, το «Πόρισμα» παραδέχεται ότι τουλάχιστον μετά τα πρώτα δέκα χρόνια, η διακοπή ροής εισφορών στο ΕΤΕΑΕΠ από τους νέους ασφαλισμένους θα προκαλέσει ελλείμματα, τα οποία με τη σειρά τους θα φορτωθούν σε παλιούς συνταξιούχους και ασφαλισμένους. Η κυβέρνηση επιχείρησε σε πρώτη φάση να κουκουλώσει τους κινδύνους που ελλοχεύουν από το κόστος μετάβασης στο κεφαλαιοποιητικό σύστημα. Όμως, σύμφωνα με ορισμένες εκτιμήσεις το κόστος αυτό, από το ένα σύστημα στο άλλο, υπολογίζεται ότι θα ξεπεράσει τα 55 δισ. ευρώ! Φαίνεται ότι μέσα από το «Σχέδιο Ανάκαμψης» και τα κεφάλαια που θα κατευθυνθούν εκεί, η κυβέρνηση βρήκε τον τρόπο να κλείσει την οικονομική τρύπα της «μετάβασης» και με δημόσιο χρήμα να προχωρήσει την ιδιωτικοποίηση του δεύτερου πυλώνα Ασφάλισης, με τον τελικό λογαριασμό βέβαια να φορτώνεται στα λαϊκά στρώματα, μέσω της γενικής φορολογίας και των άλλων αντιλαϊκών επιβαρύνσεων.

Άλλος βασικός στόχος του σχεδίου είναι η παραπέρα υπονόμευση της θέσης του ανέργου, τον οποίο μετατρέπουν σε «καταρτιζόμενο» και φθηνό εργατικό δυναμικό για τις επιχειρήσεις. Συγκεκριμένα, στις προτάσεις του σχεδίου προβλέπεται «ο Οργανισμός Απασχόλησης Εργατικού Δυναμικού (ΟΑΕΔ) να βοηθάει ενεργά τους ανέργους για έξι μήνες στην αναζήτηση εργασίας. Τα άτομα που δεν έχουν βρει δουλειά μετά από 6 μήνες, να καλούνται να συμμετέχουν σε στοχευμένα προγράμματα κατάρτισης, ακολουθούμενη από πρακτική άσκηση στην αγορά την οποία θα βρίσκει για τον εκπαιδευόμενο το κέντρο κατάρτισης».

Με τον τρόπο αυτό μπαίνει υπό αμφισβήτηση η 12μηνη επιδότηση των ανέργων, καθώς μετά τους 6 μήνες ανεργίας, ο άνεργος οδηγείται σε «προγράμματα κατάρτισης», με τελικό προορισμό την παροχή φθηνού εργατικού δυναμικού στις επιχειρήσεις, με τους γνωστούς όρους «γαλέρας» που επικρατούν κατά τη διάρκεια της πρακτικής εξάσκησης. Ταυτόχρονα, τα διάφορα ιδιωτικά κέντρα κατάρτισης και «εκπαίδευσης» θα ξεκοκαλίζουν τα χρήματα που δίνονται.

…η άλλη όψη της ενίσχυσης των επιχειρηματικών ομίλων

Εκτός από τις νέες αντεργατικές ανατροπές, το «Πόρισμα Πισσαρίδη» σφύζει από νέα κίνητρα για επενδύσεις και για εξαγωγές, προς στήριξη των επιχειρηματικών ομίλων. Τα προς διανομή κεφάλαια, για τα οποία ανυπομονούν η κυβέρνηση και το κεφάλαιο, θα έχουν ως επίκεντρο τη χρηματοδότηση της λεγόμενης «πράσινης ανάπτυξης», της ψηφιακής οικονομίας, της έρευνας – καινοτομίας και άλλων κλάδων, με ταυτόχρονη «δέσμευση των κρατών – μελών στη μεταρρυθμιστική ατζέντα», δηλαδή σε όλες τις αντιδραστικές αναδιαρθρώσεις.

Οι κεντρικοί άξονες αφορούν μεταξύ άλλων:

— Κίνητρα για συγχωνεύσεις και εξαγορές εταιρειών, με στόχο τη μεγέθυνση της μέσης ελληνικής επιχείρησης και τη διαμόρφωση οικονομιών κλίμακας, καθώς – όπως επισημαίνεται – το μικρό μέγεθος των ελληνικών επιχειρήσεων λειτουργεί ανασταλτικά στην παραγωγικότητα και στις εξαγωγές. Πρόκειται για πάγια κατεύθυνση που θέτει ο ΣΕΒ για το ξεπάστρεμα των αυτοαπασχολούμενων, ενώ αντίστοιχες διατυπώσεις υπάρχουν στις εκθέσεις ενισχυμένης εποπτείας των «θεσμών» για την ελληνική οικονομία.

— Ανοδο των επενδύσεων και των εξαγωγών ως ποσοστού του ΑΕΠ, που επίσης αποτελεί ζήτημα αιχμής για τους επιχειρηματικούς ομίλους. Η εξέλιξη αυτή ισοδυναμεί με μπαράζ αντιλαϊκών αναδιαρθρώσεων, με άξονα την απόκτηση «ανταγωνιστικών πλεονεκτημάτων».

– Επιταχυνόμενες αποσβέσεις και μείωση του κόστους Ενέργειας στη μεταποίηση. Η παραπέρα αύξηση του συντελεστή απόσβεσης για νέες επενδύσεις οδηγεί σε ταχύτερες και μεγαλύτερες φοροαπαλλαγές προς τους επιχειρηματικούς ομίλους. Ουσιαστικά, το κράτος μέσω των υπεραποσβέσεων έρχεται να επιδοτήσει τις επενδύσεις, χώρια βέβαια τα άμεσα χρηματοδοτικά πακέτα που προβλέπονται στους «αναπτυξιακούς» νόμους.

— Φορολογικά κίνητρα σε νοικοκυριά που επενδύουν μακροπρόθεσμα σε ελληνικές εταιρείες οι οποίες εισάγονται στο Χρηματιστήριο Αθηνών, καταπώς έχει προτείνει σε σχετικά πρόσφατη έκθεση το ΙΟΒΕ, σαν να μη φτάνει το τζογάρισμα των συντάξεων.

— Να δημιουργηθούν εξειδικευμένα τμήματα στα δικαστήρια για υποθέσεις σημαντικού οικονομικού ενδιαφέροντος, με ανώτατο όριο 12 μηνών έως την απόφαση. Ουσιαστικά η πρόταση εστιάζει στο γρήγορο ξεσκαρτάρισμα του επιχειρηματικού πεδίου, ενώ έρχεται να δέσει και με προσπάθεια αύξησης του μεγέθους των επιχειρήσεων.

— Ενίσχυση της βασικής έρευνας μέσω «άρσης αγκυλώσεων στα πανεπιστήμια», έτσι ώστε να υπάρξει μεγαλύτερη πρόσδεση με τις ανάγκες των επιχειρηματικών ομίλων.

 

Η ΔΙΟΊΚΗΣΗ